Τίτος Βανδής: Η καριέρα στο εξωτερικό, τα αγγλικά που δεν γνώριζε και η τελευταία του φράση

Τίτος Βανδής: Ο σπουδαίος ηθοποιός της γενιάς του αγαπήθηκε πολύ στην Ελλάδα. Την εποχή εκείνη δεν ήταν εύκολο για έναν ηθοποιό να περάσει τα σύνορα της χώρας του και να διαγράψει μια πορεία σε διεθνή καριέρα μακριά από τη χώρα του καθώς τα μέσα ήταν λιγότερα και οι ευκαιρίες περιορισμένες. Ο Τίτος Βανδής κατάφερε αυτό που κατάφεραν λίγοι ηθοποιοί της γενιάς του, να παίξει σε μεγάλες παραγωγές στο εξωτερικό χωρίς μάλιστα να γνωρίζει αγγλικά αλλά αργά ή γρήγορα ήξερε πως θα γύριζε πίσω στη χώρα.

Τίτος Βανδής: Η διεθνής καριέρα και η μεγάλη επιτυχία

Υπήρξε ένας από τους πιο αγαπητούς ηθοποιούς της γενιάς του κι ένας από τους λιγοστούς Έλληνες ηθοποιούς με θητεία στο Μπρόντγουεϊ και το Χόλιγουντ. Ο Τίτος Βανδής ξεχώρισε για το υποκριτικό του ταλέντο και κέρδισε τον σεβασμό των συναδέλφων του.

Γεννήθηκε το 1917 στην Αθήνα αλλά μεγάλωσε στην Καβάλα. Σπούδασε στο Ωδείο Θεσσαλονίκης και στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Από μικρός ονειρευόταν να γίνει ηθοποιός, ένα όνειρο που θα έπαιρνε σάρκα και οστά. Μάλιστα ήταν τέτοια η ανυπομονησία του που ενώ φοιτούσε στο Γαλλικό Λύκειο και στο Ωδείο Θεσσαλονίκης, τα παράτησε για να κάνει αυτό που πάντα ήθελε. Κατηφόρισε στην Αθήνα και γράφτηκε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου σε ηλικία 16 ετών.

Σε συνέντευξή του στον Άρη Σκιαδόπουλο, ο γνωστός ηθοποιός είχε πει: «Ήθελα να γίνω ηθοποιός, από όταν ήμουν 5 ετών. Καθόμουν, κλεινόμουν μέσα στο δωμάτιο και έκανα ιστορίες. Περισσότερο έπαιζα τον Ταρζάν και την αδερφή μου την είχα για Τζέιν. Ήθελα μάλιστα να την παντρευτώ την αδερφή μου, αλλά 8 ετών κατάλαβα ότι αυτό δεν γίνεται. Συνειδητά είπα ότι θα γίνω ηθοποιός όταν ήμουν 11 ετών».

Τίτος Βανδής: Το ντεμπούτο ως ηθοποιός

Το 1934 έκανε το ντεμπούτο του ως ηθοποιός στο έργο «Ιούδας» του Σπ. Μελά, σε μία παραγωγή του Εθνικού. Ακολούθησαν πρωταγωνιστικοί ρόλοι στην κρατική σκηνή όπως «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», «Θυσία του Αβραάμ». Το 1940 θα συνεργαστεί για πρώτη φορά με τον θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη κι ένα χρόνο αργότερα με την Κατερίνα Ανδρεάδη, όπου θα υποδυθεί μερικούς από τους σημαντικότερους ρόλους του στο θέατρο. Μεταπολεμικά, δημιουργεί θίασο μαζί με την Αλέκα Παΐζη και τον Δήμο Σταρένιο, επιστρέφει στο θίασο της Κατερίνας Ανδρεάδη και στο θέατρο «Κοτοπούλη».

Ο Τίτος Βανδής έκανε την παρθενική του εμφάνιση στον κινηματογράφο το 1953, παίζοντας στην ταινία «Το Κλειδί της Ευτυχίας», αλλά η αναγνωρισιμότητα ήρθε με τη συμμετοχή του στο έργο του Ζιλ Ντασέν «Ποτέ την Κυριακή» (1960) με τη Μελίνα Μερκούρη. Το 1962 τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο ερμηνείας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, για το ρόλο του στην ελληνογαλλική παραγωγή «Πολιορκία» του Κλοντ Μπερνάρ Ομπέρ. Τα επόμενα χρόνια έπαιξε σε αρκετές ταινίες, συνεργάστηκε με το Μίκη Θεοδωράκη, ενώ ίδρυσε από κοινού με το Γιώργο Θεοδοσιάδη τη Δραματική Σχολή Αθηνών, όπου και δίδαξε.

Το 1965 ο ηθοποιός αντιμετώπιζε σοβαρά οικονομικά προβλήματα, αφού τα χρέη από τους θιάσους είχαν φτάσει στα ύψη και αποφάσισε να φύγει για την Αμερική και να αναζητήσει την τύχη του εκεί και να μπορέσει να ξεχρεώσει.

Εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη και κατάφερε σε σχετικά μικρό χρονικό διάστημα να κάνει καριέρα στο Μπρόντγουεϊ, στο σινεμά και στην τηλεόραση, παρά το γεγονός ότι δεν ήξερε να μιλάει αγγλικά. «Ήξερα άπταιστα γαλλικά. Ήταν η πρώτη μου γλώσσα. Δεν ήξερα αγγλικά. Καθόλου. Το bam, που προφερόταν μπαμ, εγώ το έλεγα μπουμ. Γελάγανε όλοι. Είχα άνθρωπο που με βοηθούσε να μαθαίνω τα λόγια μου», θυμόταν ο σπουδαίος ηθοποιός.

Έπαιξε στο Μπρόντγουεϊ (και με τη Μελίνα Μερκούρη στη διασκευή του «Ποτέ την Κυριακή») όμως έγινε ευρύτερα γνωστός από τις εμφανίσεις του σε κινηματογραφικές ταινίες («Youngs Doctors in love», «The Betsy», «Τα πάντα γύρω από το σεξ» του Γούντι Άλεν, «Εξορκιστής») και σε τηλεοπτικά σήριαλ («Χαβάη 5-0», «Κότζακ», «Επικίνδυνες Αποστολές» κ.ά.). Ασχολήθηκε, επίσης, με τις μεταφράσεις θεατρικών έργων και δίδασκε ως καθηγητής στο κολέγιο της Σάντα Μόνικα στα τέλη της δεκαετίας του ‘70.

Τίτος Βανδής: Η επιστροφή στις ρίζες του και ο μεγάλος έρωτας

Παρά την επιτυχία που σημείωνε στο εξωτερικό, Ο Τίτος Βανδής δεν ξεχνούσε την Ελλάδα. Αργά ή γρήγορα θα επέστρεφε στην πατρίδα του. Ανά τακτά χρονικά διαστήματα ερχόταν και έκανε κάποιες εμφανίσεις στο Εθνικό Θέατρο όπως αυτή στο έργο «Λυσσασμένη Γάτα» του Τενεσί Ουίλιαμς σε σκηνοθεσία Νίκου Χαραλάμπους.

Το 1982, ερωτεύτηκε την ηθοποιό Μπέτυ Βαλάση. Δύο χρόνια αργότερα παντρεύτηκαν και επέστρεψε οριστικά στην Ελλάδα. «Η Μπέτυ ήρθε στην Αμερική μαζί μου. Πήραμε όλα μας τα πράγματα, τα σκυλιά, τα αυτά, πούλησα το αυτοκίνητο, αλλά δεν γινόταν. Γυρίσαμε πίσω στην Ελλάδα».

Το 1983, απέσπασε το βραβείο Α’ Ανδρικού Ρόλου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης για τη συμμετοχή του στην ταινία «Προσοχή Κίνδυνος». Δεν άφησε ποτέ την υποκριτική και συνέχιζε να παίζει στο θέατρο και την τηλεόραση μέχρι και το 2000. Τελευταία του συμμετοχή ήταν στην τηλεοπτική σειρά της κρατικής τηλεόρασης «Παππούδες Εν Δράσει». Ο Τίτος Βανδής, που έφυγε από τη ζωή το 2003 σε ηλικία 86 ετών, έγραψε ένα και μοναδικό βιβλίο, το οποίο έχει εξομολογητικό χαρακτήρα το «Κουβέντα με τους φίλους μου». «Θα κάνω μια ευχή. Να καταργηθεί το ρητό “Η σιωπή είναι χρυσός”. Γιατί η σιωπή είναι ντροπή. Και να φωνάζουμε όλοι μαζί για το Δίκιο. Για τη Λευτεριά. Για τον Άνθρωπο». Αυτή ήταν η τελευταία «κουβέντα» του ηθοποιού…

Related posts

Ανανίας Φεστέρης: Ο Έλληνας υδραυλικός από τις Σέρρες που βγάζει 3.000 εupώ τη μέρα στα πολυτελή σαλέ της Ευρώπης

Παράτησε τα πάντα και αφοσιώθηκε στο Θεό: Η ταλαντούχα ηθοποιό των 90s που εξαφανίστηκε από προσώπου γης

Νίκος Φλωρινιώτης: Το καλό παιδί του αείμνηστου τραγουδιστή, η γενναία μάχη με τον καρκίνο και οι σχέσεις με τα αδέρφια του